Σολτς VS Σόιμπλε: Τελείωσε η λιτότητα με μια αλλαγή υπουργού;

Σολτς VS Σόιμπλε: Τελείωσε η λιτότητα με μια αλλαγή υπουργού;

Τι θα σημάνει για την Ευρωζώνη και την Ελλάδα ο ερχομός του σοσιαλδημοκράτη πολιτικού στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.

Η έκβαση των διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος για τον Όλαφ Σολτς, τον δημοφιλή πρωθυπουργό του Αμβούργου και αναπληρωτή επικεφαλής του SPD, ο οποίος αναλαμβάνει διάδοχος του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και αντικαγκελάριος της νέας κυβέρνησης. Αν και το γόητρο του είχε πληγεί πέρσι από την αναποτελεσματική διαχείριση των επεισοδίων κατά τη σύνοδο των G20 και το χάος που προκάλεσαν οι αντιεξουσιαστές στην πόλη, μετεκλογικά επανήλθε δριμύτερος και αμφισβήτησε την αρχική επιμονή του Μάρτιν Σουλτς να απορρίπτει συμμετοχή του SPD σε ένα μεγάλο συνασπισμό καθώς και τη μετέπειτα «κωλοτούμπα» του επικεφαλής του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.

Ο Σολτς θα μπορούσε να είναι ένας πολύ διαφορετικός υπουργός Οικονομικών, γεγονός που είναι πιθανό να προκαλέσει μια στροφή για την Ευρωζώνη, την πορεία των κρατικών ομολόγων και το ευρώ. Ο 60χρονος πολιτικός με σπουδές νομικής θεωρείται πολιτικός χαμηλών τόνων, ο οποίος ωστόσο δηλώνει πως «όποιος ζητά από μένα ηγεσία θα πρέπει να γνωρίζει ότι θα την λάβει». Είναι εκφραστής της συντηρητικής πτέρυγας του SPD. Έχει συνδέσει το όνομά του με τις σκληρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις επί καγκελαρίας Γκέρχαρντ Σρέντερ (1998-2005), που προέβλεπαν την αύξηση του συνταξιοδοτικού ορίου από τα 65 στα 67.

Από τη θέση του τότε γενικού γραμματέα του κόμματος ο Όλαφ Σολτς υπερασπίστηκε τις μεταρρυθμίσεις που διχάζουν ακόμα και σήμερα τους Σοσιαλδημοκράτες, μιας και αποδόμησαν, στην ουσία, το κράτος προνοίας. Στη διετία 2007-2009 ο Όλαφ Σολτς διετέλεσε υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής στην πρώτη κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού της Άνγκελας Μέρκελ. Δεν θεωρείται πως έχει ιδιαίτερη εμπειρία από την ευρωπαϊκή πολιτική, ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα εφαρμόσει τους στόχους του μεγάλου συνασπισμού για την Ευρώπη, οι οποίοι ετέθησαν κυρίως από τους Σοσιαλδημοκράτες και προβλέπουν τον τερματισμό της πολιτικής λιτότητας, υψηλότερες επενδύσεις στην ΕΕ, ειδικό προϋπολογισμό επενδύσεων για την Ευρωζώνη, πόρους για την καταπολέμηση της νεανικής ανεργίας και πιο «δίκαιη φορολόγηση» οικονομικών κολοσσών όπως η Google, η Apple, η Amazon και η Facebook.

Επιχειρώντας ένα crash-test ανάμεσα στο πρώην και τον νυν υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας ο Όλαφ Σολτς θεωρείται φιλικός απέναντι στις επιχειρήσεις και μετριοπαθής, ενώ ο προκάτοχός του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι υπέρμαχος της «σφιχτής» δημοσιονομικής πολιτικής και γνωστός για την έντονη κριτική που έχει ασκήσει στην ΕΚΤ. Μάλιστα, τον Οκτώβριο ο Σόιμπλε είχε προειδοποιήσει ότι η χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ είχε προκαλέσει μεγάλη αύξηση του χρέους και θα μπορούσε να προκαλέσει μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση.  Αντιθέτως, η θητεία Σολτς μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από τη Γερμανία και ως εκ τούτου σε ταχύτερη ανάπτυξη και υψηλότερα επιτόκια. Μια τέτοια αλλαγή θα στηρίξει το ευρώ, το οποίο ενισχύεται ήδη 2,1% έναντι του δολαρίου από τις αρχές του 2018 αναφέρουν αναλυτές των αγορών. Οι ίδιοι, πάντως, αναλυτές εκτιμούν πως βραχυπρόθεσμα είναι απίθανο να αλλάξει δραματικά στάση η Γερμανία όσον αφορά τη δημοσιονομική της πολιτική.

Κάτι αντίστοιχο αναμένεται και για την Ελλάδα. Η μετριοπαθής στάση του υπουργού Οικονομικών δεν σημαίνει ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός θα αλλάξει στάση απέναντι στην Ελλάδα, καθώς κανένα κόμμα στη γερμανική βουλή δεν επιθυμεί να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να υποχρεωθεί να ψηφίσει κάποιο νέο πρόγραμμα στήριξης για την Ελλάδα ή κάποια σημαντική  ελάφρυνση χρέους. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία ο Μάρτιν Σουλτς αποχαιρέτισε τη «φιλική» ρητορική προς την Ελλάδα και με κάθε ευκαιρία τόνιζε την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων, καθώς η κοινή γνώμη στη Γερμανία εξακολουθεί να αντιτίθεται σε οποιαδήποτε νέα στήριξη του «κακού μαθητή» της Ευρωζώνης.