Το μήνυμα της Standard & Poor’s μετά την ξαφνική αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών

Το μήνυμα της Standard & Poor’s μετά την ξαφνική αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών
epa05887375 (FILE) - The offices of Standard and Poor's in New York, New York, USA, 28 April 2010 (reissued 04 April 2017). Standard and Poor's on 03 April 2017 downgraded South Africa's sovereign credit rating to BB+, after President Zuma had re-shuffled the country's cabinet by sacking Finance Minister Pravin Gordhan on 31 March. EPA/JUSTINE LANE Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Την αναβάθμιση του μακροπρόθεσμου αξιόχρεου των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών κατά μία βαθμίδα ανακοίνωσε ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s, μετά την αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας την περασμένη Παρασκευή.

Συγκεκριμένα, ο οίκος αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank και της Alpha Bank στη βαθμίδα ‘B+’ από ‘B’ και της Τράπεζας Πειραιώς στη βαθμίδα ‘B+’ από ‘B’. Οι προοπτικές είναι σταθερές  και για τις τέσσερις τράπεζες.

Ο οίκος σημειώνει ότι η αναβάθμιση του μακροπρόθεσμου αξιόχρεου της Ελλάδας στη βαθμίδα to ‘BB’ from ‘BB-‘ βασίστηκε στην προσδοκία του ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη χρήση των πόρων από την ΕΕ θα οδηγήσουν σε βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων τους. Αυτό, προσθέτει, αναμένεται να ενισχύσει τις επιχειρηματικές προοπτικές, την προσφορά και ζήτηση πιστώσεων και τη μεγαλύτερη διάθεση των επενδυτών να αγοράσουν «κόκκινα» δάνεια, βοηθώντας τις τράπεζες να τα ξεφορτωθούν από τους ισολογισμούς τους.

«Κατά την άποψή μας, η ορατή αύξηση των εγχώριων καταθέσεων σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη εξυγίανση των ισολογισμών τους και τις νομισματικές εξελίξεις, όπως της πρόσβαση σε δανεισμό από το πρόγραμμα TLTRO της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οδήγησαν σε βελτίωση της χρηματοδότησης και των δεικτών ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών», αναφέρει ο οίκος.

«Ωστόσο, πιστεύουμε ότι η κεφαλαιακή ποιότητα των μεγάλων ελληνικών τραπεζών παραμένει χαμηλή, λόγω του υψηλού ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων», προσθέτει ο S&P.