Μαρτυρία: Πώς έδρασαν οι αρχαιοκάπηλοι στην Αμφίπολη

Μαρτυρία: Πώς έδρασαν οι αρχαιοκάπηλοι στην Αμφίπολη

Η συγκλονιστική εξομολόγηση ενός 82χρονου για την αρχαιοκαπηλία στην Αμφίπολη.

26.04.1956, Αμφίπολη: «Άρχισαν συστηματικές ανασκαφές στην Αμφίπολη σ’ ένα μεγάλο νεκροταφείο για να προστατευτεί η περιοχή από την αρχαιοκαπηλία. Πήρα την απόφαση να αρχίσω, παρά τις αδυναμίες, για να διασωθεί το καταπληκτικό πλήθος των κτερισμάτων. Ο τόπος ήταν γεμάτος σκάμματα και τομείς αρχαιοκαπήλων».

Έτσι περιγράφει, στο ημερολόγιό του, ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης την αναγκαιότητα της έναρξης ανασκαφών στην Αμφίπολη και την προστασία της περιοχής από την Αρχαιολογική Εταιρεία, προκειμένου να χαρακτηριστεί άμεσα τότε, αρχαιολογικός χώρος, έτσι ώστε να βάλει «φρένο» στους αρχαιοκάπηλους, που πρόλαβαν πριν από αυτόν να ξεκινήσουν τις «εκσκαφές» και να συλήσουν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους.

«…Στην Αμφίπολη ήρθαμε με την οικογένειά μου, όταν ήμουν επτά ετών» θα θυμηθεί ο 82χρονος, σήμερα, Κ.Ε. που εξιστορεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πώς μπήκε ο ίδιος στο «βασίλειο» της (παράνομης) συλλογής αρχαίων αντικειμένων, που αφθονούσαν, όχι μόνο στους αρχαιολογικός χώρους της Αμφίπολης, αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας.

Η ζωή του θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα. Έφτασε για να σκάψει, από τις Σέρρες μέχρι και στις Μυκήνες, ενώ -όπως λέει, γελώντας- στη Βεργίνα έσκαψε πριν από τον Μανόλη Ανδρόνικό.

«Οι αρχαιοκάπηλοι, όπως τους λένε, πάνε πρώτοι, οι αρχαιολόγοι φτάνουν μετά» μας λέει και ξετυλίγει κάποιες πτυχές μιας διαδρομής, που παρόμοια διήνυσαν και διανύουν νύχτες, σε κάμπους και βουνά, χιλιάδες άλλοι «συνάδελφοί» του, κατακυριευμένοι, όπως κι αυτός, από το πάθος του σκαψίματος ή -αν θέλετε- τον «πυρετό του χρυσού».

Παιδί πάμφτωχης προσφυγικής οικογένειας, άφησε μαζί με τους δικούς του, το 1927, τη Δράμα, με τα πολλά κουνούπια και την ελονοσία και κατέφυγαν νοτιότερα, στην Αμφίπολη. «Τα πολλά κουνούπια της λίμνης και η ελονοσία ανάγκασαν τότε τους πρόσφυγες να φύγουν από εκεί. Άφησαν τότε τα ζώα τους ελεύθερα να τους οδηγήσουν- όπου εκείνα θα ησύχαζαν, εκεί θα εγκατασταίνονταν. Έτσι διάλεξαν και εγκαταστάθηκαν στον σημερινό οικισμό της Αμφίπολης που τότε τού δώσανε το όνομα Νεοχώρι (Γενίκιοη)» εξιστορεί ο 82χρονος.

«Η οικογένειά μου ήρθε από τη Δράμα το 1944. Ήμασταν κτηνοτρόφοι. Θυμάμαι που πήγαιναν τα γίδια να βοσκήσουν ψηλά εκεί, στον λόφο Καστά, είχε πολύ αέρα και μου άρεσε να ανεβαίνω στην κορυφή… Το 1953, πήγα φαντάρος. Στο χωριό είχε πολύ φτώχεια… Όταν γύρισα, μαζί με τον αδερφό μου ξεκινήσαμε να βγάζουμε τις οβίδες από τον λόφο. Είχαν μείνει πολλές από τον Βαλκανικό πόλεμο. Βγάζαμε μολύβια και ‘τούντσια’ και τα πουλούσαμε στη Θεσσαλονίκη, δώδεκα δραχμές το κιλό. Τις βρίσκαμε εύκολα, γιατί, όταν χτυπούσε η οβίδα, άφηνε ίχνη καπνού στα βράχια, ήταν ζεστή και άφηνε καπνούς. Υπήρχαν, όμως, τρύπες που δεν είχαν καπνούς. Σκάψαμε… ήταν τάφοι. Έτσι άρχισαν όλα» λέει ο Κ.Ε., “ξεδιπλώνοντας” τις μνήμες του στις πρώτες εκσκαφές των τυμβωρύχων και τις θεαματικές ανακαλύψεις τους.

Διαβάστε περισσότερα στο news247.gr