Ένας σχεδόν απόλυτος θρίαμβος

Ένας σχεδόν απόλυτος θρίαμβος

Έχοντας πετύχει όλους τους στόχους της, η Άνγκελα Μέρκελ πρέπει τώρα να σχηματίσει κυβέρνηση.

Ήταν μια σπάνια εκλογική επιτυχία για τα γερμανικά δεδομένα. Το αποτέλεσμα για την Άνγκελα Μέρκελ ήταν το καλύτερο δυνατό: η χώρα πλέον της ανήκει, κατάφερε να στριμώξει τα τρία κόμματα της Αριστεράς στη γωνία κι οδήγησε στην απόλυτη καταστροφή, τους μέχρι χθες μικρούς κυβερνητικούς της εταίρους, τους Φιλελεύθερους. Για την ακρίβεια, όπως πολύ εύστοχα σημειώνει και ο αναλυτής Βόλφγκανγκ Μινχάου, «τους βοήθησε να αυτοκτονήσουν».

Για πρώτη φορά από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας το 1949, το κόμμα του πρώην υπουργού Εξωτερικών Χανς Ντίτριχ Γκένσερ -έχοντας χάσει τον προσανατολισμό του, χωρίς στρατηγική, επικαλούμενο θεωρίες συνωμοσίας για την «επικείμενη ληστρική επέλαση της αριστεράς»- απέτυχε να μπει στην Βουλή.

Την χαριστική βολή έδωσε η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ. Χωρίς να δείξει καμία πολιτική συμπόνοια, φρόντισε να τους στερήσει πάνω από δύο εκατομμύρια ψήφους, διαβεβαιώνοντας τους οπαδούς του κέντρου και της δεξιάς ότι υπάρχουν κι άλλες επιλογές για τον σχηματισμό κυβέρνησης, όσο αυτή παραμένει στην καγκελαρία.

Μέρκελ: Καμία αλλαγή στην γερμανική πολιτική για την ευρωζώνη

Με τον φόβο της ιστορίας και την ιδιαίτερη ψυχολογία τους ενώπιον της κάλπης, οι Γερμανοί έσπευσαν να επιβεβαιώσουν την κυριαρχία της, πλέον όχι μόνο στο κόμμα της, αλλά σε όλο τον κεντροδεξιό χώρο.

Η ρητορική και οι τακτικές της καγκελαρίου βοήθησαν, εν μέρει, να μείνει εκτός Βουλής και το αντιευρωπαικό AfD, παρόλο που για ένα κόμμα μόλις επτά μηνών, πάλεψε με αξιώσεις για το 5% και πιθανότατα θα τα καταφέρει ακόμα καλύτερα στις ευρωεκλογές το 2014.

Τον δύσκολο δρόμο της ανασυγκρότησης έχει μπροστά της τώρα η κεντροαριστερά. Για τους Σοσιαλδημοκράτες το αποτέλεσμα ήταν ήττα, αλλά αναμενόμενη. Τώρα προβλέπεται να αρχίσει το «ξεκαθάρισμα» και η επίπονη συζήτηση για τις μελλοντικές επιλογές, μακροπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες: ποιά κατεύθυνση θα πάρουν ενόψει και της μετά-Μέρκελ εποχής στις επόμενες εκλογές το 2017, πως θα κτίσουν τις γέφυρες πάλι με τους αριστερούς ψηφοφόρους, εάν θα αναθεωρήσουν τις απόψεις τους για τις σχέσεις τους με το Die Linke, το Αριστερό Κόμμα από την πρώην ανατολική Γερμανία.

Διαβάστε ακόμη: Ο «προβληματικός» Πέερ

Και βέβαια, εάν και με ποιους όρους θα δεχθούν να συμμετάσχουν σε ένα μεγάλο συνασπισμό με την Μέρκελ, έχοντας κατα νου πάντα ότι η καγκελάριος φαίνεται να έχει αποκτήσει την «συνήθεια» να οδηγεί στην καταστροφή τους κυβερνητικούς της εταίρους.

Ένας μεγάλος συνασπισμός -που στηρίζει και το 52% των Γερμανών- θα ήταν πιθανότατα η μοναδική βιώσιμη λύση, δεδομένου ότι οι Πράσινοι -ηττημένοι και αυτοί και βαθιά διαιρεμένοι- εκτός των άλλων, έχουν μεγάλες «ιδεολογικές» διαφορές με τους Χριστιανοδημοκράτες.

Είναι πιθανό, η Μέρκελ να μπει στον πειρασμό να τους προσεγγίσει, αφού ο συμπρόεδρος των Πρασίνων, Γιούργκεν Τριτίν, δεν έχει αποκλείσει κατηγορηματικά τον συνδυασμό «μαύρο-πράσινο». Λέγεται ότι θέλει πολύ να αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, αλλά είναι βέβαιο ότι μια πρόταση συνεργασίας από την καγκελαρία θα ξεσηκώσει την βάση, που τρομοκρατείται μόνο και μόνο στη σκέψη ότι θα είναι κυβέρνηση με τους συντηρητικούς – και ειδικά με το αδελφό κόμμα του CDU, τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU).

Έτσι όλα τα σενάρια «επιστρέφουν» και καταλήγουν στους Σοσιαλδημοκράτες, που δεν πρόκειται να συμφωνήσουν εύκολα και χωρίς αντίσταση από την αριστερή πτέρυγα της βάσης τους.

Το εκλογικό αποτέλεσμα πράγματι αποτελεί δίλημμα για το SPD: εάν δεν πει το «ναι», τότε μπορεί να  έχει μπροστά του μια νέα εκλογική αναμέτρηση και σε αυτήν την περίπτωση διακινδυνεύει να χάσει περισσότερα από την κ. Μέρκελ, η οποία έτσι θα έχει άλλη μια ευκαιρία να πετύχει την αυτοδυναμία της.

Διαβάστε επίσης: Ανοικτό αφήνει το SPD το ενδεχόμενο συνεργασίας με την Μέρκελ

Εάν, από την άλλη, συμφωνήσει, θα πρέπει μεταξύ άλλων να πείσει στελέχη και οπαδούς ότι αυτήν την φορά είναι για καλό. Ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών, Σίγκμαρ Γκάμπριελ έχει ήδη συγκαλέσει συνέδριο την Παρασκευή για να συναποφασιστεί η στάση τους στις πιθανές διερευνητικές κινήσεις της καγκελαρίου. Ωστόσο, η αριστερή πτέρυγα του κόμματός του ήδη ζητά δημοψήφισμα μεταξύ των μελών, πάνω σε οποιαδήποτε πρόταση για μεγάλο συναπισμό κι αυτό μπορεί να εξελιχθεί σε μεγάλο πρόβλημα για την ηγεσία του SPD.

Διαβάστε ακόμη: Σσσσσς… Οι Γερμανοί κοιμούνται!

Η Μέρκελ -που ως μια τρίτη κακή εναλλακτική έχει την κυβέρνηση μειοψηφίας- αρνήθηκε να απαντήσει σε «εικασίες». Ποτέ, όμως, προεκλογικά δεν απέκλεισε ρητά συγκυβέρνηση με τους αντιπάλους της.

Άλλωστε, οι δυο πλευρές σε βασικά σημεία, δεν απέχουν πολύ. Για παράδειγμα: και τα δυο κόμματα αναγνωρίζουν την ανάγκη αναθεώρησης της ενεργειακής πολιτικής της χώρας –που είναι μεγάλο εσωτερικό θέμα στην Γερμανία- ενώ συμφωνούν σε αρκετά σημεία στην ευρωπαïκή τους πολιτική, όπως στη διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη, αν και οι Σοσιαλδημοκράτες -παρόλο που έχουν ψηφίσει μέχρι τώρα όλες τις σχετικές αποφάσεις της απερχόμενης κυβέρνησης- τάσσονται περισσότερο υπέρ της τόνωσης της ανάπτυξης, κυρίως στις χώρες του Νότου.

Ο υποψήφιος του SPD, Πέερ Στάινμπρουκ, έχει δηλώσει ρητώς ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε άλλη κυβέρνηση, υπό την Μέρκελ. Ωστόσο, ο πρόεδρός του και ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας, Σίγκμαρ Γκάμπριελ και Φράνκ Βάλτερ Στάινμαγιερ, μπορεί να  αποδειχθούν πιο ευέλικτοι, εάν βέβαια καταφέρουν να πείσουν και το κόμμα.

Σε αυτήν την περίπτωση είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ζητήσουν από την Μέρκελ να πληρώσει το αντίτιμο, υποχορώντας για παράδειγμα στη βασική προεκλογική τους δέσμευση -και «ανάθεμα» για τους συντηρητικούς- που είναι η καθιέρωση εθνικού κατώτατου μισθού.

Ό,τι και να γίνει, οι διαπραγματεύσεις μπορεί να διαρκέσουν αρκετές εβδομάδες και θα είναι σίγουρα σκληρές. Η πλέον μακρόχρονη παρόμοια διαδικασία ήταν το 1976, όταν ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Χέλμπουτ Σμιτ χρειάστηκε 73 ημέρες για να συμφωνήσει με τους Φιλελεύθερους του Χανς Ντήτριχ Γκένσερ. Το 2005, οι συνομιλίες Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών διήρκεσαν 65 ημέρες.

Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η νέα Βουλή πρέπει να συνέλθει σε σώμα μέσα σε 30 ημέρες από τις εκλογές, αλλά απλώς «θα συσταθεί» αναμένωντας τον σχηματισμό κυβέρνησης. Εν τω μεταξύ, φυσικά, η κ.Μέρκελ θα παραμείνει… υπηρεσιακή καγκελάριος.

Διαβάστε ακόμη: Ο θρίαμβος της «αγαπημένης Angie» των Γερμανών στα ΜΜΕ