Θολή η χρηματοοικονομική εικόνα πληττόμενων και μη πληττόμενων

Θολή η χρηματοοικονομική εικόνα πληττόμενων και μη πληττόμενων
Κλειστό κατάστημα εστίασης στην ΑΘήνα , μετά από την εφαρμογή του μέτρου του κλεισίματος της εστίασης για τον περιορισμό της διάδοσης του κορονοϊού , Αθήνα, Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2020. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Μηδενικά διαθέσιμα για το 40-45% των επιχειρήσεων της εστίασης - Αύξηση στα λειτουργικά κόστη του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων, στα 160 εκατ. ευρώ.

Η ένταση της πανδημίας και η διάρκεια των περιοριστικών μέτρων επηρεάζουν την χρηματοοικονομική εικόνα των επιχειρήσεων, τόσο των χαρακτηριζόμενων ως πληττόμενων, με βάση τα κριτήρια της κυβέρνησης όσο και των μη πληττόμενων.

Είναι ενδεικτικό ότι το 40% με 45% των επιχειρήσεων στην εστίαση έχουν μηδενικά διαθέσιμα μετά από 5 μήνες lockdown με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επανεκκίνηση, που προϋποθέτει τροφοδοσία καταστημάτων και αποθηκών. Το ίδιο ισχύει για τις επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, που προβλέπεται να ανοίξουν ενόψει του Πάσχα με περιορισμένα διαθέσιμα να πληρώσουν προμηθευτές για τις συλλογές της νέας σεζόν.

Όμως επιπτώσεις στη λειτουργία τους έχουν και τα supermarket, που ανήκουν στις μη πληττόμενες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΕΛΚΑ, σε σχέση με τη λειτουργία των επιχειρήσεων καταγράφεται μία αρκετά σημαντική αύξηση του λειτουργικού κόστους. Μόλις το 12% των στελεχών θεωρεί ότι δεν υπάρχει αύξηση στα λειτουργικά κόστη, το 65% εκτιμά αύξηση 1-5% και το υπόλοιπο 23% πάνω από 5%. Συγκεκριμένα, οι ερωτώμενοι εκτιμούν ότι μεσοσταθμικά τα λειτουργικά τους κόστη έχουν αυξηθεί κατά 4,01%. Το ποσοστό αυτό είναι αρκετά υψηλότερο για τα στελέχη του λιανεμπορίου στο 4,87% και χαμηλότερο για την βιομηχανία με 3,21%.

Σύμφωνα με στοιχεία σχετικής μελέτης του ΙΕΛΚΑ, εκτιμάται ότι το συνολικό επιπλέον κόστος για το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων για το 2020 ξεπέρασε τα 160 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μερίδιο κόστους προκύπτει από το επιπλέον εργασιακό κόστος, το οποίο εκτιμάται ήδη σε 130 εκατ. ευρώ. Η βασική πηγή αυτού του κόστους είναι οι νέες προσλήψεις που πραγματοποίησαν οι αλυσίδες σουπερμάρκετ, λόγω της επέκτασης του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, του ελέγχου του αριθμού ατόμων στην είσοδο των καταστημάτων, της απολύμανση κ.α., της αδειοδότησης προσωπικού λόγω προστασίας ευπαθών ομάδων, γονεακών αδειών, αλλά και της αξιοποίησης νέων καναλιών πώλησης όπως π.χ. ηλεκτρονικά supermarket, τηλεφωνικές παραγγελίες, διανομή κατ’ οίκον κ.α.. Η δεύτερη μεγαλύτερη κατηγορία κόστους αφορά την παράδοση κατ’ οίκον, η οποία εκτιμάται σε περίπου 14 εκατ. ευρώ και ακολουθεί τρίτη η κατηγορία των υλικών συσκευασίας, με 12 εκατ. ευρώ, καθώς και η ανάπτυξη, επέκταση και λειτουργία ηλεκτρονικών καταστημάτων που εκτιμάται σε ένα πρόσθετο κόστος 8 εκατ. ευρώ. Τα συγκεκριμένα κόστη συνεχίζονται και το 2021 και μέχρι να επανέλθει η αγορά στην πρότερη κατάσταση.

Πάντως οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις δεν ζητούν ενισχύσεις, αν και υπάρχουν μέτρα που δυνητικά θα πρόσθεταν κόστος αλλά θα αύξαναν το επίπεδο εμπιστοσύνης των καταναλωτών μειώνοντας τη μετάδοση του ιού, όπως οι επενδύσεις σε αποστειρωτές αέρα, για τους οποίους οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου αλλά και της εστίασης έχουν ζητήσει χρηματοδότηση προκειμένου να εγκαταστήσουν σχετικές τεχνολογίες στα καταστήματά τους, για πιο ασφαλή επανεκκίνηση.

Αναφορικά τέλος με το ορόσημο της επανεκκίνησης, οι επιχειρηματίες του λιανεμπορίου έχοντας φτάσει στα όρια των αντοχών τους σχεδιάζουν να κλιμακώσουν τις πιέσεις, με τον Εμπορικό Σύλλογο της Αθήνας να έχει προγραμματίσει συνέντευξη τύπου για αύριο προκειμένου να ανακοινώσει συγκεκριμένες κινήσεις. Από την πλευρά τους οι επιχειρηματίες της εστίασης τονίζουν ότι η αγορά πρέπει να ανοίξει όταν υπάρχει η βεβαιότητα ότι δεν θα χρειαστεί να ξανακλείσει. Η κυβέρνηση επεξεργάζεται πρόγραμμα το οποίο αναμένεται να ανακοινωθεί εντός των ημερών, με στοχευμένα μέτρα. Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να στηρίξει κλειστές επιχειρήσεις και όχι όλο το φάσμα των πληττόμενων ώστε να μην κατασπαταλήσει δημόσιο χρήμα, όπως φαίνεται να έγινε με ορισμένα μέτρα κατά την έναρξη της κρίσης, με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι καταθέσεις των επιχειρήσεων κατά 10 δισ. ευρώ και κάποιοι πραγματικά πληττόμενοι να μείνουν εκτός της περιμέτρου προστασίας. Οπότε αλλάζει η στρατηγική, από οριζόντια σε στοχευμένα μέτρα, με στόχο κατά την επανεκκίνηση της αγοράς να μην εκτιναχθεί η ανεργία και οι επιχειρήσεις να έχουν την αναγκαία ρευστότητα για να λειτουργήσουν.